Τετάρτη 3 Ιουνίου 2015

Η χώρα των θαυμάτων

Μάθαμε να ντυνόμαστε το σκοτάδι και να οικειοποιούμαστε την προστασία του.
Αυτό γιατί το φως της μέρας ξέσκιζε τα εύθραυστα όνειρά μας.
Με τον καιρό βρήκαμε τρόπους να τα μπαλώνουμε με αλλόκοτα υφάσματα και χρωματιστές κλωστές.
Δεν ταίριαζαν με τον μονόχρωμο κόσμο σας και μας κυνηγήσατε.
Κρυφτήκαμε σε αταξίδευτα μέρη και χώρες χαμένες στο χρόνο.
Ζήσαμε έτσι για κάμποσο καιρό ευτυχισμένοι.
Τα γέλια μας τις νύχτες ανέβαιναν στον κόσμο σας και ανάψαν φλόγες επανάστασης.
Στείλατε δράκους και μάγισσες στα παραμύθια που σκαρώναμε μα κάθε φορά τρέχαμε πιο γρήγορα από σελίδα σε σελίδα,
στήνοντας παγίδες και ψιθυρίζοντας ξόρκια.
Ποτέ δεν ήταν εύκολο και πάντα μας τρόμαζε η καταιγίδα.
Ζαρώναμε όταν ακούγαμε την ανάσα σας στους ώμους μας,
τρέμαμε μην μας ματώσουν οι γυαλιστερές σας λεπίδες.
Με κάθε χτύπημα πεισμώναμε περισσότερο
και χωρίς να το καταλάβουμε κάθε φορά που πέφταμε σηκωνόμασταν.
Κάπως έτσι φτάσαμε ως εδώ.
Σε δυσθεώρητα ύψη, σε μια ιδανική πραγματικότητα.
Δε μας χαρίστηκε. Δεν απλώθηκε απλόχερα μπροστά μας.
Τη χτίσαμε με υλικά από τους κομματιασμένους εαυτούς μας.
Τίποτα δεν έδειχνε να ταιριάζει, μα όλα βρήκαν το δρόμο τους.
Ενώθηκαν και η φαντασία άμβλυνε της διαφορές τους.
Δημιουργώντας έναν τέλειο κόσμο, ανοιχτό σε όποιον ελπίζει.
Γιατί όλα είναι δυνατά για όσους ρισκάρουν.
Στη χώρα αυτή των θαυμάτων τα πάντα μπορούν να συμβούν.
Να το θυμάσαι αυτό όταν σου λένε πως χάσαμε.
Ό,τι είναι εδώ μέσα, κανείς δεν μπορεί να το κλέψει.
Τα θαύματα ανήκουν αποκλειστικά στους ονειροπόλους.





Σάββατο 9 Μαΐου 2015

Η πρώτη του Μάη

-Γιατί περιμέναμε να νυχτώσει;
Η γαλήνη της μαγιάτικης νύχτας -της πρώτης νύχτας του Μάη- σπάει με αυτές του τις λέξεις. Ο ουρανός είναι καθαρός και ένα φεγγάρι από ασήμι έχει πάρει τη θέση του ανάμεσα στα αμέτρητα άστρα. Το είδωλό του γλιστρά από τον ουρανό, καθρεπτίζεται στην αρυτίδωτη θάλασσα, βουτά ως τον πυθμένα της και βρίσκει εκεί ακόμη μια θέση, ανάμεσα σε μυστικά ανείπωτα και ιστορίες ξεχασμένες που λέγονται με λόγια ψιθυριστά.
 Δεν του απάντησε, μόνο χαμογέλασε. Τα βήματά της στην άμμο είναι μικρά και προσεκτικά. Τα γυμνά της πόδια αφήνουν μια σειρά από υγρά χνάρια που χάνονται στο βάθος πίσω τους. Κρατά ένα στεφάνι πλεγμένο με λουλούδια και φύλλα. Λεπτό και εύθραυστο, έτοιμο να σκορπίσει με ένα φύσημα του ανέμου. Σηκώνει το κεφάλι και κοιτά το φεγγάρι. Ύστερα κλείνει τα μάτια και στο πρόσωπό της ζωγραφίζεται η ικανοποίηση.
-Άνθρωποι όπως εγώ βλέπουν καλύτερα στο σκοτάδι της νύχτας.
Την κοίταξε κάπως σαστισμένος. Δεν υπάρχει τίποτα το σκοτεινό πάνω της.
-Το φως της μέρας κάνει τα σχήματα και τις μορφές αγνές, καθαρές. Τα περιγράμματα και οι αντιθέσεις,  η διακριτότητα κάθε χρώματος μέσα στο φάσμα του. Οι εκφράσεις των προσώπων, οι κινήσεις τους όλα μοιάζουν ξεκάθαρα. Τόσο ξεκάθαρα, που ο καθένας μπορεί να τα αλλοιώσει, να τα μπερδέψει. Τη νύχτα όμως όλοι μένουμε γυμνοί, τυλιγμένοι από τους πιο σκοτεινούς φόβους και τις πιο βαθιές μας επιθυμίες. Είναι τυχεροί όσοι δε φοβούνται την νύχτα.
 Κάθισε στην άμμο και άρχισε να αφήσει τους κόκκους να περνούν μέσα από τα δάκτυλά της ξανά και ξανά. Κάθισα δίπλα της χωρίς να πει κάτι. Κοιτούσε μόνο τα δάκτυλα εκείνα, που όργωναν ξανά και ξανά με ηρεμία και επιμονή το ίδιο σημείο και φαντάστηκε ένα πράσινο μίσχο να ξεπροβάλλει δειλά, να αναπτύσσεται και να αρχίσει να ανεβαίνει και να ελίσσεται. Να ανθίζει σε εκατομμύρια μικροσκοπικά ανθάκια τυλιγμένα στο πιο λεπτό και μεθυστικό άρωμα της άνοιξης. Να ανεβαίνει τόσο, που να αρχίζει να αγκαλιάζει τα από βαμβάκι σύννεφα. Διορθώνει τη σκέψη του. "Δεν έχει σύννεφα απόψε, τα λεπτεπίλεπτα φύλλα θα ανέβουν στα άστρα και θα τα αφήσουν να κρεμαστούν από πάνω τους" Πώς δεν το έχει σκεφτεί νωρίτερα; Όλα εκείνα τα άστρα κρέμονταν με ασημένιες κλωστές από το αόρατο φυτό που γεννούσαν τα ακροδάκτυλά της.
 Η φωνή της τον επανέφερε στην πραγματικότητα.
 - Η νύχτα...  Τη νύχτα όλοι είμαστε ίσοι. Δίπλα στον καθένα, μπορείς να δεις σαν άγγελο ή σα δαίμονα  ότι κουβαλά μέσα του. Να δεις να δακρύζει με ειλικρίνεια ό,τι θεωρούσες στο φως της ημέρας πιο ακέραιο. Ξέρεις, τίποτα δε μπορεί να κρυφτεί τη νύχτα. Φτιάξε ένα τέλειο πύργο στο φως της μέρας και ταμπουρώσου μέσα. Μάντεψε! Τη ΄νυχτα κάθε μικρή ρωγμή θα φωσφορίζει χλομά. Μέσα στις σκιές μπορούμε να είμαστε ο εαυτός μας. Το παιδί που θέλει να γελάσει με την καρδιά του, ο άνθρωπος που θέλει να ερωτευτεί, να δώσει και να μην κρατήσει τίποτα. Αν τη νύχτα είσαι καλά, αν δε σε τρομάζει η αυγή που έρχεται είσαι ευτυχισμένος.
Συνέχισε με το ίδιο πάθος που μιλούσε όλα αυτά τα λεπτά.
 -Το μοβ που ντύνεται ο ουρανός για να υποδεχτεί τη νύχτα, είναι το πιο ερωτικό χρώμα. Ακόμη και ο τρόπος που φτιάχνεται. Κόκκινο και μπλε. Θηλυκό και αρσενικό. Ζεστασιά και ψύχος. Το ένα μέσα στο άλλο, ανακατεμένα, κουβάρι. Είναι ένα κάλεσμα με τον τρόπο του. Ο έρωτας και η περίεργη φύση του. Τυχεροί όσοι μπορούν να ανατριχιάζουν τα ηλιοβασιλέματα και να νιώθουν τις νύχτες. Είτε μέσα στην ολοκλήρωση είτε στην απουσία της ο βασικός άξονας είναι να μπορείς να νιώσεις, να αισθανθείς. Πραγματικά δυστυχισμένος είναι ο συναισθηματικά αδρανής.
 Σηκώθηκε και έκανε έναν παιχνιδιάρικο κύκλο γύρω του τείνοντας του το χέρι της για να σηκωθεί ενώ συνέχισε να μιλά.
 -Τόσο όμορφο βράδυ και μίλησα για απουσία και μη ολοκλήρωση. Ξέρεις όμως, κάποιες φορές ακόμη και τα ημιτελή πράγματα έχουν μια αρχέγονη γοητεία. Δε μιλώ για τις νοσηρές καταστάσεις που χτίζονται με τόσα 'αν' που αν τα βάλεις στη σειρά θα κυκλώσουν το φεγγάρι. Μιλώ για όλες εκείνες τις μετέωρες κορυφώσεις που ακριβώς επειδή έμειναν μετέωρες είναι αμόλυντες από την συνήθεια και την ίδια την πραγματικότητα. Το ιδανικό είναι μόνο στα όνειρά μας, σε ότι αγγίξαμε μα δεν μπορούμε να πιάσουμε. Αυτή η γλυκόπικρη γεύση, που όμως όσο και αν κάποιες φορές είναι αφόρητη, καθορίζει πολλά πράγματα που δε θα ήμασταν ικανοί να γνωρίζουμε. Ούτε καν να φανταστούμε. 
 Δεν ήταν σίγουρος ότι καταλάβαινε το τι του έλεγε, μα ένοιωθε πως όσο περνούσε η ώρα η καρδιά του χτυπούσε πιο δυνατά. Στην πραγματικότητα δεν είχε συναίσθηση καν του τι γινόταν. Ήταν σα να πρωταγωνιστούσε ένα πολύ σημαντικό γεγονός που θα άλλαζε τον κόσμο του, μα δεν ήξερε ποιο ήταν αυτό. Την κοίταξε στα μάτια. Σα να το ήξερε από πάντα, ήταν μια μάγισσα. Με ένα ξόρκι θα μπορούσε να τον κάνει να την υμνεί για πάντα. Δεν τον ένοιαζε όμως αυτό. Το μόνο που τον τρόμαζε ήταν μην τον αναγκάσει σε κάποια εξορία μακριά της. Τη φαντάστηκε με ραβδί τυλιγμένη σε καπνούς να τον κοιτά απειλητικά και μέτρησε τις τελευταίες στιγμές πριν την υποταγή του.
 Η φωνή της τον έβγαλε από τις σκέψεις του.
 - Ξέρεις, δε θα είμαι πάντα εδώ.
Το αίμα ξαφνικά σταμάτησε και η καρδιά του άρχισε να σφυροκοπά με τους χτύπους της το μυαλό του.
-Δε θα είμαι εδώ για πάντα. Δε θα είμαι εδώ καν για πολύ. Στην πραγματικότητα δεν ξέρω το πόσο, ούτε το για πόσο. Μπορώ να μιλήσω για το παρελθόν. Τότε ήταν πολύ και για πολύ. Μη βιαστείς να πεις ότι σε τιμωρώ. Δε μπορώ να ορίσω τον εαυτό μου πλέον. Όταν είπα να έρθουμε εδώ, εδώ που άρχισαν όλα, αποφάσισα να γδύσω μπροστά σου την ψυχή μου. Μπορεί πλέον να μη σου φαίνεται ελκυστική, μα αυτή είναι. Και δε θα σου πω τι θα γίνει απόψε. Θα σε απογοητεύσω σε αυτό. Δες ψηλά. Μαγεία. Μπορούν να συμβούν τα πάντα απόψε. Πάντα έτσι θα είναι. Πάντα όλα θα είναι δυνατά, τα αδύνατα είναι για τους ρεαλιστές τους βολεμένους σε μια άχρωμη πραγματικότητα. Δεν θα σου ζητήσω να έρθεις καν μαζί τώρα που θα φύγω. Ούτε τώρα ούτε καμία άλλη φορά. Ούτε θα σου κλείσω το δρόμο πίσω σου. Στην πραγματικότητα δεν έχω πια κάτι να σου προσφέρω. Έχω μόνο να σου ζητήσω κάτι, για αν οι δρόμοι μας πότε γίνουν ευθείες παράλληλες και χαθούμε. Να χαμογελάς.
Δεν της απάντησε. Απλά έσφιξε το χέρι της που ακόμη κρατούσε.

Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

Αστάθμητος παράγοντας

Ζωή κανονικοποιημένη με τρόπο προβλέψιμο.
Το ξέρω καλά, δεν ταιριάζει η ταινία αυτή σε μένα.
Ζυγίζοντας καταστάσεις και υπολογίζοντας πιθανοτικά ενδεχόμενα.
Μετρώντας πράξεις και συνέπειες.
Δράσεις και αντιδράσεις.
Μια ατέρμονη προσπάθεια για τον έλεγχο όλων.
Για να μη σαστίσω, να μη βρεθώ προ εκπλήξεως, να μην απογοητευθώ.
Ύπουλη και αλάνθαστη η διαίσθηση μου ή πολύ προβλέψιμος ο κόσμος;
Μελέτησα καιρό το σύμπαν μου μέσα από ένα εύθραυστο τηλεσκόπιο.
Μοναχικοί πλανήτες, λευκοί νάνοι και ερυθροί γίγαντες, διάττοντες αστέρες.
Δορυφόροι και αφέντες, φαντασμαγορικές εκρήξεις, μαγικές μα ανούσιες.
Θεμελίωσα νόμους και απέδειξα θεωρήματα.
Αποκυήματα μιας απελπισμένης προσπάθειας να προστατευτώ προβλέποντας το μέλλον.
Διερευνώντας κάθε παράγοντα σε ένα απίστευτα ασταθές σύστημα.
Έχτισα με κόπο μια κοσμοθεωρία σύμφωνα με την οποία τίποτα δε μπορεί να με ξαφνιάσει.
Αποκομμένη από τους άλλους, αποστασιοποιημένη μάντευα τις κινήσεις τους.
Χαρούμενη για την κλειστότητα του συστήματος μου, στο τέλος κάθισα να θαυμάσω το δημιούργημά μου.
Μα είχα ξεχάσει έναν αστάθμητο παράγοντα.
Εμένα.
Μια οντότητα  τόσο οικεία και συνάμα ξένη, απείθαρχη σε κάθε αρχή και νόμο που έχτισα.
Με ένα της νεύμα άρχισε να γκρεμίζει το οικοδόμημα, ενώ της χαμογελούσα.
 

Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Ελεύθερη

Κόσμε, καλό σου βράδυ.
Τ' αστέρια λάμπουν, σκεπάζουν έναν απέραντο φόβο με κουβέρτες από ασημένια σκόνη.
Κόσμε, απόψε τρέμω.
Η αυγή μπορεί να βρει εδώ διάφανο το είδωλό μου.
Κόσμε, δε θέλω να σε τρομάξω.
Μα το κενό μέσα μου γίνεται δίνη.
Κόσμε, φοβάμαι.
Τι λάμψη είναι είναι αυτή πάνω στο λαιμό μου;
Που με οδηγούν με αστάθεια τα βήματα μου;
Κόσμε, να θυμάσαι.
Απόψε είμαι ελεύθερη.



Τρίτη 24 Μαρτίου 2015

Εκείνοι που φεύγουν

Μεγαλώνουμε.
Είναι που κουράστηκα να βλέπω ανθρώπους να φεύγουν.
Οριστικά και αμετάκλητα.
Χωρίς να ξέρεις πότε είναι τα τελευταία λεπτά.
Χωρίς να μπορέσεις να πεις διάφορες αλήθειες.
Ένα ευχαριστώ. Ένα φιλί. ένα γαμώτο.
Χάνοντας μια ζωή που έζησαν και δεν έζησαν.
Ακροβατώντας ανάμεσα σε επιθυμίες και φόβους.
Η ζωή τους ένα τεντωμένο σχοινί που από κάτω του χάσκει ένα κουρελιασμένο δίχτυ.
Προσποιητή ασφάλεια σε μια ανασφαλή ζωή.
Φοβάμαι τους ανθρώπους εκείνους που φεύγουν όπως έζησαν.
Ήσυχα.
Κάποια νύχτα ήρεμη που ο απλός κόσμος κοιμάται.
Φορτωμένοι μια φωτιές και ανησυχίες ενός πνεύματος τεχνηέντως ναρκωμένου.
Γιατί το εδώ ήταν μικρό και ανώριμο για να τους δεχτεί.
Επαναστάσεις ασφυκτιούσαν πάνω σε μαξιλάρια.
Εξεγέρσεις εντός των τειχών που πνίγονταν ως το ξημέρωμα.
Την ίδια ώρα που εγώ κάθε βράδυ μπαίνω μέσα στα δικά μου όνειρα.
Για να ξεφύγω από έναν κόσμο που δε μπορώ να αντέξω.
Βυθισμένη σε έναν ύπνο που μπορούν να συμβούν τα πάντα.
Μεγαλώνω.
Τρέφοντας μια φαντασία που κάποια μέρα δε θα μπορώ να στηρίξω.



Πέμπτη 5 Μαρτίου 2015

Πληγωμένη άνοιξη

Διασχίζω το χωράφι με τα κατάλευκα άνθη.
Φορώ το ίδιο φόρεμα με εκείνη τη νύχτα που έθαψα τα όνειρά μου στην άμμο.
Στο πέρασμά μου τα λουλούδια γίνονται κόκκινα.
Μη φοβάσαι. Δε θα πεθάνω.
Είμαι πια ανάμνηση και οι αναμνήσεις δεν πεθαίνουν.
Μόνο αιμοραγούν και πονάνε.
Η θάλασσα εκεί που τελειώνουν αυτά που μπορώ να δω έχει το ίδιο χρώμα με εκείνο το πρωινό.
Ένα χρώμα που έκανα μέρες να τολμήσω να αντικρίσω κατάματα, αλλά έβγαλε ρίζες στα μάτια μου και δε μπορώ να ξεχάσω.
Μα τη θάλασσα μου την κλέψανε και δεν έχω κάτι δικό μου.
Περίμενα την άνοιξη μέσα στο γκρίζο του χειμώνα.
Τι ειρωνεία!
Αυτή τη νύχτα που είναι εδώ χιονίζει ακόμη και στην κόλαση.
Χάνοντας τον δρόμο μου μέσα στις νιφάδες,
έμαθα να μη σε περιμένω και να μην περιμένω. 
Κάπως έτσι η άνοιξη, πληγωμένη θανάσιμα έχασε το νόημα της.
Εξατμίστηκε με έναν αναστεναγμό κάτω από τις πρώτες ηλιαχτίδες.
Καρτερώντας μέσα στο τόσο σκοτάδι τόσο καιρό,
εκείνη την πρώτη στιγμή φοβήθηκε το άγγιγμά τους
και ξεψύχησε τρέμοντας ανάμεσα στα θερμά τους δάκτυλα.
Και το φόρεμά μου -στολισμένο ακόμη με κόκκους άμμου-
σέρνεται ανάμεσα στα αιματοβαμμένα πέταλα,
καθώς προχωράω για να φύγω από το φάντασμα που με στοιχειώνει.
Γιατί η άνοιξη είναι ένα διάφανο είδωλο και η θάλασσα δεν είναι τώρα δική μου.
Προχωράω χωρίς σχέδιο και χάρτη.
Κόντρα στον άνεμο και τα θέλω που μου ουρλιάζουν να μείνω.
Ήσυχα και αθόρυβα χωρίς κατάρτια και μεγάλα πανιά.
Χωρίς πυξίδα, αφού ο προορισμός είναι απαγορευμένος.
Χωρίς φωνές, κλάματα και παρακάλια, για να μη χαλάσω τα όνειρά σου και σε τρομάξω.
Μόνο όταν φτάσω πολύ μακριά
και ο κόσμος μπορεί να χωρέσει σε ένα τρεμόπαιγμα τον ματιών μου,
θα ψιθυρίσω στον άνεμο όλα όσα θυμάμαι.
Για να ανακατέψει τις λέξεις μου στα μαλλιά σου ένα πρωί
και να με δεις -για μια μόνο στιγμή- όπως ποτέ δε με είδες.
Όπως ποτέ δε σε άφησα να με δεις.
Μη φοβηθείς και μη με αναζητήσεις.
Θα έχω χαθεί στο πιο γλυκό μου όνειρο, εκεί που πάντα είναι άνοιξη.
Θα είμαι ανάμνηση και οι αναμνήσεις δεν πεθαίνουν.
Θα ζωντανεύω με κάθε σου χαμόγελο.
Αυτή θέλω να είναι η μόνη μου εκδίκηση.



Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

7 χρόνια και 5 μέρες

 7 χρόνια και 5 μέρες. Πέντε και επτά, αριθμοί πρώτοι.
 Ο καιρός κυλά απελπιστικά γρήγορα. Η ζωή προχωρά, καινούρια πράγματα συμβαίνουν κάθε μέρα, όλα και όλοι μας αλλάζουμε σιγά σιγά.
 Ξέρεις, δεν στο είπα ποτέ, μα ένα μεγάλο μέρος μου χτίστηκε από σένα. Θα το έβλεπες σίγουρα, μα είναι αλλιώς να λες κάτι. Είναι τελικά άσχημο να μη λες πράγματα νομίζοντας πως θα μπορείς να το κάνεις και στο μέλλον και ήταν πολλά αυτά που θα έλεγα να είχα την ευκαιρία. Ειδικά τώρα, που μεγαλώνοντας με μαθαίνω και μαθαίνω τον κόσμο και τους ανθρώπους καλύτερα.
 Είμαι ευαίσθητη λένε. Υπερβολικά. Και συναισθηματική. Πολύ. Σου έμοιασα μάλλον σε αυτό. Θυμάμαι κάποιες μεγάλες συζητήσεις, τότε που άρχισα να μεγαλώνω. Με καταλάβαινες και σε καταλάβαινα. Με εμπιστευόσουν και εγώ με τη σειρά μου μπορούσα να σου πω τα πάντα. Σπάνια χρειαζόμασταν ερωτήσεις και οι απαντήσεις κάποιες φορές ήταν περιττές. ΄Οπως είναι κάθε συζήτηση με κάποιον που σε νιώθει. Ακόμη και στις υπερβολές μου όταν ήμουν μικρή. Όπως τότε που ήθελα εκείνο το αρκούδι ελεφαντάκι, μόνο και μόνο γιατί ήταν σε κλουβί, για να το βγάλω έξω. Το πήραμε και όντως το έβγαλα και κλείδωσα το κλουβί άδειο και το έκρυψα. Νομίζω πως κανείς άλλος δε θα καταλάβαινε πως δεν ήταν γιατί ήθελα καινούριο παιχνίδι. Είχα αρκετά ελεφαντάκια και αν όντως ήθελα άλλο υπήρχαν πολύ πιο όμορφα.
 Με έμαθες να αγαπώ το διάβασμα. Τα καλοκαιρινά βράδια διαβάζαμε μαζί στη βεράντα. Συνήθως κάτι τελείως διαφορετικό η καθεμιά μα πάντα διαβάζαμε. Υπήρχαν παντού βιβλία στο σπίτι. Θυμάμαι να μου διαβάζεις από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Τα βράδια ήθελα ακόμη ένα παραμύθι. Τότε που δε μπορούσα να πω τη λέξη "Ρουμπελστινσκι". Αγανακτούσες μα μου διάβαζες κι άλλο.
 Το γούστο μας στη μουσική μοιάζει επίσης. Θυμάμαι τα αγαπημένα σου τραγούδια. Έχω ξεχάσει μόνο αν από τους Modern Talking σου άρεσε περισσότερο ο ξανθός ή ο μελαχρινός. Έχω βέβαια μια θεωρία, αλλά μπορώ να υπερασπιστώ εξίσου και τις δύο θέσεις.
 Στη ζωγραφική ήσουν καλύτερη από εμένα, αλλά πιστεύω ότι την αγάπησα βλέποντας όσα ζωγράφιζες. Όπως έμαθα από σένα να έχω διέξοδο στο να γράφω. Πολλές φορές μου διάβαζες όσα έγραφες και ήμουν η μόνη που τα γνώριζα, σαν ένα κοινό μυστικό. Δε μπόρεσα μόνο να τα φέρω εδώ. Είναι για μένα ακόμη πολύ δύσκολο, γιατί κάθε φορά που τα διαβάζω βουλιάζω. Θα καταλάβαινες τι εννοώ, το ξέρω.
 Θυμάμαι ακόμη τα αγαπημένα σου πράγματα. Το καφέ σημειωματάριο με το πράσινο ύφασμα με τις λευκές βούλες στο τελείωμα. Το αγαπημένο σου δαχτυλίδι που αν και υποστήριζα πως είχες άλλα πιο όμορφα δεν το άλλαζες με κανένα. Η αγαπημένη σου σειρά, ο "'Αγιος". Τόσες λεπτομέρειες που ανακαλώ τώρα μα τότε δεν είχα καν προσέξει τότε σαν κάτι σημαντικό.
 Διαφωνούσαμε για χαζά πράγματα. Σου άρεσαν τα απαλά χρώματα στα νύχια και απογοητευόσουν που τα έβαφα μαύρα. Ήσουν τακτική και εγώ σκόρπιζα το χάος στο πέρασμά μου. Δεν έτρωγα λαχανικά ενώ εσένα σου άρεσαν, μα μου έκανες το χατήρι να μην τα μαγειρεύεις συχνά.
 Με έμαθες να νοιάζομαι για όσους αγαπάω, πολλές φορές πιο πολύ και από όσο νοιάζομαι για μένα. Μου έδειξες πως τα συναισθήματα είναι για να τα ζεις όποιο και αν είναι το τίμημα. Μα πιο πολύ με δίδαξες να σκέφτομαι ελεύθερα. "Ελευθερία στις ψυχές μας" είχες ζωγραφίσει κάποτε. Δεν το έβλεπα τότε, μα ακόμη και αν πάντα ήσουν τόσο ήρεμη, ότι επαναστατικό έχω το πήρα από σένα. Είχες ανήσυχο πνεύμα μα γαλήνιο περιτύλιγμα. Μόνο το άγχος σου σε σταματούσε. Εκείνος ο απροσδιόριστος φόβος που ένιωθες τα πρωινά. Δεν καταλάβαινα τότε. Μακάρι να καταλάβαινα.
 Εκείνο το βράδυ, επτά χρόνια και πέντε μέρες πριν έδωσα μια υπόσχεση. Μέχρι τώρα την κρατώ. Δεν το έβαλα ποτέ κάτω όπως και να ήρθαν τα πράγματα και κατάφερα διάφορα. Στις σχέσεις μου, κάθε είδους έμαθα να δίνω και όχι να ζητάω. Έκανα φίλους, ερωτεύτηκα και μερικές φορές έφαγα τα μούτρα μου μα πάντα ήμουν ειλικρινής.  Ρίσκαρα και έμαθα να προσπαθώ ακόμη και όταν κάτι μοιάζει χαμένη υπόθεση. Ξέρω πως θα χαιρόσουν, ακόμη και αν δεν ξέρω πως με φανταζόσουν σε αυτή την ηλικία. Νομίζω όμως πως θα ήμουν η κόρη που θα ήθελες να έχεις.  Μέσα από τη ζωή σου μου έδειξες ποια πράγματα είναι σημαντικά και ποια όχι για να είναι κανείς ευτυχισμένος. Και εγώ υποσχέθηκα να τα κάνω. Είναι περίεργο, γιατί ακόμη και τις φορές κάτι πάει άσχημα, νιώθω πως ζω. 
 Ακόμη και αυτή τη στιγμή, που είμαι τόσο μπερδεμένη για πολλά θέματα, και άλλο τόσο σίγουρη για κάποια άλλα  που πιθανόν να αποδειχτούν λάθος χειρισμοί και επιλογές, ξέρω πως δε θα με έκρινες ούτε θα προσπαθούσες να μου αλλάξεις γνώμη. Άλλωστε, ποτέ δε θα με συμβούλευες να πορευθώ με βάση τη λογική και μόνο. Και είναι ενθαρρυντικό να ξέρεις πως κάποιος θα επικροτούσε τις επιλογές σου ακόμη και αν δεν είναι εδώ για να στο πει.